Στις 3 Ιουνίου του 1835, ο 20χρονος αγρότης Πιερ Ριβιέρ, γαλλικής καταγωγής, σκοτώνει εκ προμελέτης και εν ψυχρώ τη μητέρα του ( η οποία ήταν έγκυος στον έβδομο μήνα) , την αδερφή και τον αδερφό του, για να λυτρώσει ( όπως ο ίδιος ισχυρίζεται) τον πατέρα του από τα βάσανα του.
O ανακριτής που τον ανέλαβε τον προτρέπει να γράψει ένα υπόμνημα όπου θα περιγράφει τη δολοφονία και κυρίως θα εξηγεί τους λόγους που τον οδήγησαν σε αυτή τη φρικτή πράξη. Ο Πιερ υπακούει και γράφει ένα αναλυτικό υπόμνημα περίπου 50 σελίδων. Ο Μισέλ Φουκώ και οι συνεργάτες του στο Collège de France μελέτησαν την υπόθεση και το υπόμνημα του Ριβιέρ και έγραψαν σε ένα βιβλίο κάποιες πρώτες παρατηρήσεις και σχόλια. Το βιβλίο αυτό έχει τον τίτλο «Εγώ, ο Πιερ Ριβιέρ, που έσφαξα τη μητέρα μου, την αδερφή μου και τον αδερφό μου…», (μια περίπτωση μητροκτονίας- αδελφοκτονίας το 19ο αιώνα) και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος σε μετάφραση του Γιάννη Οικονόμου και επίμετρο του Θανάση Λάγιου.
Στο εν λόγω βιβλίο θα βρούμε αναλυτικά την ανάκριση του Ριβιέρ από τις αστυνομικές αρχές, κάποιες μαρτυρίες από ανθρώπους που τον ήξεραν, άρθρα εφημερίδων εκείνης της εποχής, τις γνωματεύσεις των ψυχολόγων που τον εξέτασαν (οι οποίες διέφεραν μεταξύ τους) , διάφορα στοιχεία της δικογραφίας, την καταδικαστική απόφαση του δικαστηρίου, την απονομή χάριτος που δόθηκε στον Πιερ από τον βασιλιά και φυσικά τις επισημάνσεις του Φουκώ και των συνεργατών του.
Στην ουσία όπως γίνεται σαφές από το ίδιο το βιβλίο το πιο δύσκολο κομμάτι κατά τη διάρκεια της δίκης ήταν να αποδειχθεί κατά πόσο ο Ριβιέρ είχε τα λογικά του όταν διέπραξε τους φόνους ή όχι. Εν ολίγοις, σε αυτό το έγκλημα τα όρια της λογικής και της τρέλας δεν μπόρεσαν να διαχωριστούν καθαρά από τους υπεύθυνους. Ο Φουκώ και οι συνεργάτες του δεν σκοπεύουν με αυτή τη συλλογική δουλειά να βγάλουν μια απόφαση και να ανακοινώσουν επίσημα στους αναγνώστες τους εάν ο Πιερ Ριβιέρ ήταν τρελός ή όχι. Εκεί που αποσκοπούν είναι να δείξουν τα παιχνίδια εξουσίας που έπαιξε ο δικαστικός, ιατρικός και ψυχιατρικός μηχανισμός. Οι λέξεις έχουν δύναμη και ο καθένας από αυτούς τους επαγγελματίες επιλέγει πολύ προσεκτικά τον λόγο που θα χρησιμοποιήσει για να μας πείσει ότι η δική του εκδοχή ισχύει ενώ παράλληλα αγνοεί και προσπερνάει σκοπίμως στοιχεία που ενδεχομένως να αντικρούσουν την άποψη του. Δεν ξέρω αλλά μου δόθηκε αρκετές φορές η εντύπωση πως οι αρμόδιοι ξεχνούσαν πως είχαν να κάνουν με τρία ( και αν προσθέσουμε και το μωρό τέσσερα) θύματα και έδιναν περισσότερη βαρύτητα στο να αποδείξουν πως εκείνοι μονάχα έβλεπαν την ιστορία από τη σωστή πλευρά.
Ήταν μια δική με μεγάλο ενδιαφέρον διότι ήταν η περίοδος που σιγά σιγά η ψυχιατρική αρχίζει και απαιτεί να παίζει ενεργό ρόλο στο κοινωνικό γίγνεσθαι και να συμμετέχει και εκείνη στις αποφάσεις του κράτους που αφορούν τους πολίτες.
Η αλήθεια είναι πως μετά από κάποιο σημείο το βιβλίο θέλει προσοχή και συγκέντρωση , ιδιαίτερα στο κομμάτι των σχολίων. Προσωπικά όμως, αφού τα διάβασα επέστρεψα στο υπόμνημα του Ριβιέρ και το ξανά διάβασα υπό άλλο πρίσμα.
Αξίζει να σημειωθεί πως το 1974 αυτή η αληθινή ιστορία μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο υπό τη σκηνοθετική ματιά του René Allio.
Εν ολίγοις, έχουμε να κάνουμε με ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο το οποίο γοητεύει γιατί κανένας μέχρι τώρα δεν έχει καταφέρει να αποκωδικοποιήσει στο 100% το πραγματικό μήνυμα του Πιερ Ριβιέρ. Το υπόμνημα του παραμένει ένα αίνιγμα που αναζητά τη λύση του. Όπως έγραψε ο ίδιος ο Ριβιέρ στο κείμενο που παρέδωσε στην αστυνομία «… αλλά το μόνο που ζητάω είναι να καταλαβαίνει ο άλλος αυτό που θέλω να πω. Με αυτή την ιδέα στο μυαλό, το έγραψα όσο μπορούσα καλύτερα». Ποιος ξέρει; Ίσως μετά από περίπου 190 χρόνια επιτέλους βρεθεί αυτός /η που θα διαβάσει το υπόμνημα του μόνο και μόνο για να τον ακούσει και να μπει στην ψυχή του και όχι για να κρίνει και να βγάλει μια απόφαση… Και σε αυτόν/η ο Ριβιέρ θα φανερώσει όλες τις πολυπόθητες απαντήσεις.